Μιλτιάδης Σαλβαρλής: Θαυμάζω όσα πέτυχαν οι Μικρασιάτες στην καινούργια τους πατρίδα, ξεκινώντας ουσιαστικά από το μηδέν.

Στο νέο βιβλίο του Μιλτιάδη Σαλβαρλή “Πατρίδα, χώρα, Ξένη” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μετρονόμος  κάνουμε μια υπέροχη βόλτα στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της Σμύρνης και φτάνουμε έως το 1985. Με οδηγούς την Κωνσταντία και τον Τσίρο. Με συνοδηγούς όλο εκείνο το πολύβουο μελίσσι που στήνει γύρω τους εξαιρετικά πετυχημένα ο συγγραφέας. Στην συνέντευξη που ακολουθεί μας μιλά για αυτούς τους ήρωες. Αλλά και μας αναλύει τι πιστεύει ότι  έφταιξε και οδηγηθήκαμε στην μεγαλύτερη καταστροφή του Ελληνισμού

  • Κύριε Σαλβαρλή, σας ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας στο bookstories.gr Μιλήστε μας λίγο για εσάς, ώστε να σας γνωρίσουν καλύτερα και οι αναγνώστες μας.

Πρώτα απ’ όλα εγώ σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Σε ό,τι με αφορά μπορώ να πω ότι μεγάλωσα σε αστικό περιβάλλον με πολλά «πρέπει» κι ακόμα περισσότερα «τι θα πει ο κόσμος». Έκανα… την εφηβική μου επανάσταση και έζησα τον πυρετό της μεταπολίτευσης μέσα από πολιτικές νεολαίες, ζυμώσεις, ανταλλαγή απόψεων και πολύ διάβασμα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 άρχισα να γράφω σε έντυπα. Έζησα μια εποχή της δημοσιογραφίας κατά την οποία υπήρχε άφθονη προσφορά εργασίας με καλό μισθό και ένσημα, έκανα φίλους, γνώρισα ενδιαφέροντες ανθρώπους από τον καλλιτεχνικό κυρίως χώρο, ταξίδεψα πολύ και παρακολούθησα από νωρίς τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας.

 

  • Στο βιβλίο σας «Πατρίδα Χώρα Ξένη» βλέπουμε την ιστορία της Κωνσταντίας και του «Τσιρ-τσιρ-Τσίρου». Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο για αυτή την ιστορία;

Οι δύο βασικοί ήρωες του βιβλίου έρχονται στην Ελλάδα με τους διωγμούς του 1914 και του 1922, έχοντας αφήσει πίσω περιουσίες και αναμνήσεις. Μεγαλώνουν η μεν Κωνσταντία στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου ο δε Τσίρος σε κάποιο νησί του Αιγαίου. Συναντιούνται στην Αθήνα της Κατοχής και παντρεύονται. Ως σύζυγοι πλέον αφήνουν σταδιακά πίσω τους τα δύσκολα χρόνια, κάνουν γνωριμίες, αποκτούν περιουσία και γίνονται κομμάτι της αθηναϊκής αστικής τάξης, με σπίτι, εξοχικό, αυτοκίνητο και με παιδιά που σπουδάζουν χωρίς στερήσεις.

 

  • Η Κωνσταντία και ο Τσίρος είναι ήρωες που καταφέρνουν και στέκονται στα πόδια τους παρόλο που συναντούν δυσκολίες αμέτρητες. Ποιο είναι το στοιχείο της προσωπικότητας τους που δεν έχετε και θα θέλατε να είχατε;

Σαφώς το ψυχικό σθένος που μεταφράζεται σε υπομονή και επιμονή, κόντρα  στην εχθρική αντιμετώπιση από τους ντόπιους και κόντρα στα γεγονότα που συντάραξαν τη χώρα μας μέχρι τη Μεταπολίτευση. Βεβαίως, όταν στερείσαι, όταν πεινάς, όταν κινδυνεύει η ζωή σου, λειτουργεί το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και αναμφισβήτητα αυτό ήταν η κινητήρια δύναμη. Παρ’ όλα αυτά θαυμάζω όσα πέτυχαν οι Μικρασιάτες στην καινούργια τους πατρίδα, ξεκινώντας ουσιαστικά από το μηδέν.

 

  • Έχετε καταφέρει να συνθέσετε ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα με εξαιρετικά καλοδουλεμένους χαρακτήρες. Οι «δεύτεροι» δε ρόλοι καταφέρνουν να κλέψουν την παράσταση ακόμα και από τους πρωταγωνιστές. Πώς το καταφέρατε αυτό και πόσο σας δυσκόλεψε;

Ακολούθησα τακτική σεναρίου. Αφού σχεδιάστηκε το βασικό στόρι, έγραψα σε χωριστά χαρτάκια και σε γενικές γραμμές την ιστορία καθενός από τα πρόσωπα που πλαισιώνουν τους δύο κεντρικούς ήρωες. Από εκεί και πέρα ήταν σχετικά εύκολο να τους τοποθετήσω στη ροή του μυθιστορήματος, στο κατάλληλο κεφάλαιο και στην κατάλληλη ιστορική περίοδο. Αυτό που με δυσκόλεψε ήταν η συνέπεια ως προς τις ηλικίες. Ακολουθούμε τους ήρωες από το 1914 έως το 1985 και έπρεπε διαρκώς να τσεκάρω τα προηγούμενα κεφάλαια, για να αποφύγω τυχόν «κακοτοπιές».

 

  • Αν θα σας ζητούσαν να περιγράψετε το βιβλίο σας με τρεις λέξεις ποιες θα ήταν αυτές;

Δάκρυ, χαμόγελο, λύτρωση.

 

  • Έναν αιώνα μετά την καταστροφή, τι κατά την γνώμη σας έφταιξε για να φτάσουμε σε αυτήν την κατάληξη; Και γιατί πιστεύετε ότι επικεντρωνόμαστε στην καταστροφή της Σμύρνης και δεν αναφέρουμε συχνά τα γεγονότα που προηγήθηκαν αυτής;

Αν ανατρέξουμε σε ιστορικές πηγές, θα δούμε ότι η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν η τραγική κατάληξη αλυσιδωτών γεγονότων που ξεκίνησαν με τον Εθνικό Διχασμό, δηλαδή τη σύγκρουση του Ελευθέριου Βενιζέλου με το Παλάτι, συνεχίστηκαν με την ανάμιξη της Αντάντ (συμμαχία Αγγλίας-Γαλλίας) στα εσωτερικά της Ελλάδας και κορυφώθηκαν με την ήττα του ελληνικού στρατού κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία. Φυσικά, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων στην περιοχή. Γαλλία και Ιταλία έκαναν στροφή και πήραν το μέρος του Κεμάλ Ατατούρκ, η Αγγλία έμεινε ουδέτερη και όλα αυτά σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία το ελληνικό κράτος είχε καταρρεύσει οικονομικά. Τέλος, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τον ρόλο της Γερμανίας η οποία, σύμφωνα με αναλύσεις, επεδίωκε ήδη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο την απομάκρυνση του ελληνικού στοιχείου από τα παράλια και εξόπλιζε την Τουρκία. Όσο για τη Σμύρνη, τα όσα τραγικά συνέβησαν εκεί τον Αύγουστο του 1922 ήταν το αποκορύφωμα μιας σειράς από απίστευτες βαναυσότητες που ξεκίνησαν με τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Ποντίων και κατέληξαν στη σφαγή των Ελλήνων. Η Σμύρνη, που επί πέντε μέρες καιγόταν, μνημονεύεται ως σύμβολο του μαρτυρίου του ελληνισμού της Μικράς Ασίας.

 

  • Λένε ότι οι συγγραφείς δένονται με τους πρωταγωνιστές τους τόσο πολύ, που δύσκολα βάζουν τελεία στην ψυχή τους μετά από την τελεία στον επίλογο της ιστορίας που γράφουν. Συνέβη το ίδιο και σε εσάς;

Ως ένα βαθμό ναι, διότι πολλές σελίδες γράφτηκαν κάτω από συναισθηματική φόρτιση. Αγάπησα την Κωνσταντία και τον Τσίρο, αλλά δέθηκα πιο πολύ με τη θεία Νιόβη που έχει άχτι τη θάλασσα και την πετροβολάει, καθώς και με την εύθραυστη Αλίκη που φτάνει στα όρια της παράνοιας. Ο επίλογος ωστόσο, όπου μαθαίνουμε τι απέγιναν όλοι οι χαρακτήρες του βιβλίου, με βοήθησε να αποστασιοποιηθώ κάπως.

 

  • Σήμερα ο μέσος Έλληνας δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως. Πιστεύετε ότι η Τέχνη και ειδικότερα η λογοτεχνία μπορεί να βοηθήσει;

Αναμφισβήτητα μπορεί, σε πνευματικό βεβαίως επίπεδο, αρκεί ο δέκτης, είτε είναι θεατής είτε αναγνώστης, να αναζητήσει την ποιότητα και να κλείσει τα μάτια  στο ευτελές και στο εύπεπτο που έχει εισβάλει στη ζωή μας και προσπαθεί να επιβληθεί με κάθε τρόπο.

 

  • Τελειώνοντας ένα βιβλίο έχετε ήδη στο μυαλό σας το επόμενο ή δίνετε στον εαυτό σας χρόνο για ξεκούραση;

Συνήθως περιμένω το κατάλληλο ερέθισμα για το επόμενο βιβλίο, όσο χρόνο κι αν πάρει.

 

  • Κλείνοντας, αφού σας ευχαριστήσω για τη συνέντευξη ξανά, θα ήθελα  να μου πείτε αν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο θέμα, μια ιστορία που για κάποιο λόγο δεν έχετε καταφέρει να γράψετε ακόμα, αλλά θα θέλατε πολύ μελλοντικά;

Αυτά που γράφω έχουν επίκεντρο τον άνθρωπο. Παρατηρώ συμπεριφορές, ακούω ιστορίες που πιθανόν να έχουν ενδιαφέρον να μεταφερθούν στο χαρτί, εστιάζω σε κίνητρα που οδηγούν σε καταστάσεις έξω απ’ τα συνηθισμένα. Με όλα αυτά θέλω να πω ότι δεν ψάχνω θέμα. Έρχεται κάποια στιγμή και με βρίσκει. Με τη σειρά μου σας ευχαριστώ κι εγώ για τη συνομιλία μας.

 

Share:

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Social Media

Most Popular

Categories

On Key

Related Posts

Ειρήνη Μαλαχτάρη: Κανείς δεν είναι τόσο ασήμαντος ώστε να μην έχει γεννηθεί και κανείς δεν είναι τόσο σπουδαίος ώστε να μην πεθάνει.

Η Ειρήνη Μαλαχτάρη συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό με το βιβλίο “Οι ναυαγοί” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Ένα πολυπρόσωπο ανάγνωσμα για την ανθρώπινη φύση,